σχολαρχείο

σχολαρχείο
σχολαρχείο, το και σκολαρχείο, το
παλιότερα τριτάξιο σχολείο στην Ελλάδα (ανώτερο από το δημοτικό σχολείο και κατώτερο από το γυμνάσιο).

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • σχολαρχείο — και σκολαρχείο, το, Ν ονομασία παλαιού τύπου τριτάξιου σχολείου μέσης εκπαίδευσης που αποτελούσε προβαθμίδα τού γυμνασίου, αλλ. ελληνικό σχολείο. [ΕΤΥΜΟΛ. < σχολάρχης. Η λ., στον λόγιο τ. σχολαρχεῖον, μαρτυρείται από το 1871 στο Ελληνογαλλικόν …   Dictionary of Greek

  • αρχείο — Στην αρχαιότητα ο όρος σήμαινε το μέρος όπου έδρευαν ή συνεδρίαζαν οι αρχές ή ακόμα και τις ίδιες τις αρχές (Αριστοτέλης). Αργότερα πήρε τη σημασία που έχει σήμερα, δηλαδή συλλογές δημόσιων ή ιδιωτικών εγγράφων καθώς και το μέρος όπου φυλάσσονται …   Dictionary of Greek

  • σχολείο — Δημόσιο ή ιδιωτικό ίδρυμα για τη μόρφωση και την εκπαίδευση των νέων. Η ανάγκη να μεταδοθούν στις νέες γενιές οι γνώσεις και οι τεχνικές μέθοδοι που έχουν αποχτηθεί παρουσιάζεται και στους παλιότερους πολιτισμούς και σε όλους τους πρωτόγονους… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”